Ojedinělý στα ελληνικά
Μετάφραση: ojedinělý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασυντρόφευτος, μονόκλινος, απομονωμένος, σπάνιος, μοναχικός, μονός, μόνος, σποραδικός, απόκοσμος, ανύπαντρος, μοναδικός, μοναδική, μοναδικό, μοναδικά, μοναδικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oj στα ελληνικά - άξονας, κοντάρι, πόλο, πόλος, πόλου, πόλων
- ojediněle στα ελληνικά - ενίοτε, περιστασιακά, κατά καιρούς, καιρούς, μερικές φορές
- okamžik στα ελληνικά - μικροσκοπικός, στιγμιαίος, δεύτερος, σπιθίζω, δευτερόλεπτο, λεπτομερής, σπινθηροβόλος, ...
- okamžitý στα ελληνικά - στιγμιαίος, ωθώ, γρήγορος, υποκινώ, στιγμή, άμεσος, άμεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Ojedinělý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασυντρόφευτος, μονόκλινος, απομονωμένος, σπάνιος, μοναχικός, μονός, μόνος, σποραδικός, απόκοσμος, ανύπαντρος, μοναδικός, μοναδική, μοναδικό, μοναδικά, μοναδικές
Μεταφράσεις: ασυντρόφευτος, μονόκλινος, απομονωμένος, σπάνιος, μοναχικός, μονός, μόνος, σποραδικός, απόκοσμος, ανύπαντρος, μοναδικός, μοναδική, μοναδικό, μοναδικά, μοναδικές