Opětovat στα ελληνικά
Μετάφραση: opětovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απάντηση, ανταποδίνω, ξεπληρώνω, απαντώ, ανταμείβω, επαναλαμβάνω, απόδοση, επιστροφή, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- opěradlo στα ελληνικά - χέρι, όπλο, μπράτσο, πίσω, πλάτη, πίσω μέρος, άμυνα, ...
- opět στα ελληνικά - πάλι, ξανά, και πάλι, φορά, εκ νέου
- opěvovat στα ελληνικά - τραγουδώ, ψέλνω, άσμα, ψαλμωδία, άσματος, ασμάτων, σύνθημα
- opřít στα ελληνικά - γέρνω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, ακουμπώ, βοήθεια, άπαχος, συμπαράσταση, ...
Τυχαίες λέξεις
Opětovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απάντηση, ανταποδίνω, ξεπληρώνω, απαντώ, ανταμείβω, επαναλαμβάνω, απόδοση, επιστροφή, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης
Μεταφράσεις: απάντηση, ανταποδίνω, ξεπληρώνω, απαντώ, ανταμείβω, επαναλαμβάνω, απόδοση, επιστροφή, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης