Osvojit στα ελληνικά

Μετάφραση: osvojit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υιοθετώ, υποθέτω, αποδέχομαι, απορροφούν, απορροφήσει, απορροφήσουν, απορροφά, να απορροφήσει
Osvojit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • konstitutivní στα ελληνικά - συστατική, συστατικό, ιδιοσυστατική, ιδιοσυστατικό, συστατικός
  • neoddělitelný στα ελληνικά - αχώριστος, αδιαχώριστες, αδιαχώριστο, αδιαχώριστη, άρρηκτα συνδεδεμένη
  • neupřímný στα ελληνικά - ανειλικρινής, ανειλικρινείς, ανειλικρινή, ανειλικρινές, είναι ανειλικρινής
  • neuvážený στα ελληνικά - ακριτόμυθος, ανυπολόγιστος, απερίσκεπτα, άκριτη, απερίσκεπτης, χωρίς περίσκεψη
Τυχαίες λέξεις
Osvojit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υιοθετώ, υποθέτω, αποδέχομαι, απορροφούν, απορροφήσει, απορροφήσουν, απορροφά, να απορροφήσει