Přehlížet στα ελληνικά

Μετάφραση: přehlížet, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγνοια, παραγνωρίζω, άποψη, αμελώ, ανασκόπηση, έρευνα, μελέτη, αμέλεια, περιφρόνηση, παράβαση, αδιαφορία, παραβίαση
Přehlížet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • centripetální στα ελληνικά - κεντρομόλος, κεντρομόλο, κεντρομόλου, κεντρομόλες, κεντρομόλα
  • dovolovat στα ελληνικά - παραδέχομαι, εισάγω, αφήνω, αποδέχομαι, άδεια, επιτρέπω, ανέχομαι, ...
  • monolit στα ελληνικά - μονόλιθος, μονόλιθου, μονόλιθο, μονολιθικό, μονολιθικός
  • neschopnost στα ελληνικά - ανικανότητα, αδυναμία, αδυναμίας, την αδυναμία, ανικανότητας
Τυχαίες λέξεις
Přehlížet στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγνοια, παραγνωρίζω, άποψη, αμελώ, ανασκόπηση, έρευνα, μελέτη, αμέλεια, περιφρόνηση, παράβαση, αδιαφορία, παραβίαση