Přiléhat στα ελληνικά
Μετάφραση: přiléhat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιάνομαι, εμμένω, κολλώ, χώνω, προσκολλώμαι, συνδέομαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fabrika στα ελληνικά - εργοστάσιο, εργοστασίου, το εργοστάσιο, εργοστάσιό, εργοστασιακή
- hustota στα ελληνικά - πυκνότητα, πυκνότητας, πυκνότητος, την πυκνότητα, η πυκνότητα
- lživý στα ελληνικά - λάθος, καμώματα, ψευδής, ψεύτικος, αναληθής, κειμένος, βρίσκεται, ...
- neutrum στα ελληνικά - ουδέτερος, ουδέτερο, το ουδέτερο, στείρωσης, επιτέλους στειρώστε
Τυχαίες λέξεις
Přiléhat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιάνομαι, εμμένω, κολλώ, χώνω, προσκολλώμαι, συνδέομαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται
Μεταφράσεις: πιάνομαι, εμμένω, κολλώ, χώνω, προσκολλώμαι, συνδέομαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται