Προσκολλώμαι στα τσεχικά

Μετάφραση: προσκολλώμαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
držet, lpět, řídit, zachovávat, lepit, lnout, dodržet, přiléhat, trvat, přilnavé, držet se koho, lepit se
Προσκολλώμαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκολλώμαι

προσκολλώμαι κλιση, προσκολλώμαι συνωνυμα, προσκολλώμαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, προσκολλώμαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • προσκαλώ στα τσεχικά - vyzvat, požádat, říkat, povzbuzovat, vybídnout, pobídnout, zvát, ...
  • προσκείμενος στα τσεχικά - sousední, přilehlý, hraničící, sousedící, vedlejší, v blízkosti, přilehlé, ...
  • προσκομίζω στα τσεχικά - předvést, produkt, výnos, vyrábět, plodit, výrobek, rodit, ...
  • προσκρούω στα τσεχικά - střetnutí, zhroucení, spadnout, třesk, pád, náraz, zřícení, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσκολλώμαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: držet, lpět, řídit, zachovávat, lepit, lnout, dodržet, přiléhat, trvat, přilnavé, držet se koho, lepit se