Přivádět στα ελληνικά

Μετάφραση: přivádět, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιτίζω, ταΐζω, φέρνω, τροφοδοτώ, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Přivádět στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dehet στα ελληνικά - κλυδωνίζομαι, ναύτης, πίσσα, κατράμι, πίσσας, σε πίσσα, tar, ...
  • monochromatický στα ελληνικά - μονόχρωμος, μονόχρωμη, μονόχρωμες, μονόχρωμων, μονόχρωμα
  • naškrobit στα ελληνικά - κολλαρίζω, άμυλο, stiffen
  • osobně στα ελληνικά - προσωπικά, προσωπική, προσωπικώς, προσωπικές
Τυχαίες λέξεις
Přivádět στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιτίζω, ταΐζω, φέρνω, τροφοδοτώ, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών