Pašeráctví στα ελληνικά

Μετάφραση: pašeráctví, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαθρεμπόριο, λαθρεμπορίου, του λαθρεμπορίου, το λαθρεμπόριο, λαθρεμπορίας
Pašeráctví στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hoblina στα ελληνικά - τσιπ, ξύρισμα, ξυρίσματος, Το ξύρισμα, ξυριστική, του ξυρίσματος
  • indisponovaný στα ελληνικά - αδιάθετος, φτωχά, αδιαθεσία, καλά, αδιαθεσίας, άσχημα
  • nicotný στα ελληνικά - άχρηστος, άδειος, μηδαμινός, ασήμαντος, άνευ αντικειμένου, κενή περιεχομένου, το περιεχόμενό του
  • odstředivka στα ελληνικά - φυγοκέντρησης, φυγόκεντρος, φυγόκεντρο, φυγοκέντρισης, φυγοκέντρου
Τυχαίες λέξεις
Pašeráctví στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαθρεμπόριο, λαθρεμπορίου, του λαθρεμπορίου, το λαθρεμπόριο, λαθρεμπορίας