Permanentní στα ελληνικά
Μετάφραση: permanentní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνιμος, ενδελεχής, παντοτινός, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
Μεταφράσεις
- delikvent στα ελληνικά - εγκληματίας, παραβάτης, ένοχος, δράστη, δράστης, παραβάτη, κατάδικος
- koryto στα ελληνικά - αυλάκι, σκάφη, γούρνα, σκάφης, χαμηλότερο σημείο
- od στα ελληνικά - σε, αφού, μακριά, από, από την, από το, από τις, ...
- opačný στα ελληνικά - αντιστρέφω, θυρίδα, αντιφατικός, συνομιλώ, απέναντι, αντίθετο, απέναντι από, ...
Τυχαίες λέξεις
Permanentní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνιμος, ενδελεχής, παντοτινός, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
Μεταφράσεις: μόνιμος, ενδελεχής, παντοτινός, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο