Plynout στα ελληνικά

Μετάφραση: plynout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίπτωση, πέρασμα, αποτέλεσμα, περνώ, έκβαση, κυκλοφορώ, στενά, ροή, ροής, ρέει, ρέουν, ρεύσει
Plynout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chiromantie στα ελληνικά - χειρομαντεία, η χειρομαντεία, την χειρομαντεία
  • hermetický στα ελληνικά - ερμητικός, ερμητική, ερμητικό, ερμητικού, συμφυή ερμητικά κλειστά
  • kolineární στα ελληνικά - συγγραμμικά, συνευθειακά, συγγραμμική, συγγραμμικό, συγγραμμικές
  • nevychovaný στα ελληνικά - αγενής, αγροίκος, άτακτος, κακό, άτακτο, άτακτα, άτακτη
Τυχαίες λέξεις
Plynout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίπτωση, πέρασμα, αποτέλεσμα, περνώ, έκβαση, κυκλοφορώ, στενά, ροή, ροής, ρέει, ρέουν, ρεύσει