Επίπτωση στα τσεχικά

Μετάφραση: επίπτωση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyústit, odraz, vyplývat, účinek, plynout, výsledek, následek, odskok, odezva, význam, končit, ohlas, důsledek, ozvěna, výskyt, incidence, výskytu, incidenci
Επίπτωση στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίπτωση

επίπτωση στα αγγλικά, επίπτωση επιπολασμός ορισμός, επίπτωση ασθένειας, επίπτωση νόσου, επίπτωση επιπολασμός, επίπτωση λεξικό γλώσσας τσεχικά, επίπτωση στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • επίπλωση στα τσεχικά - vybavení, zařízení, bytové zařízení, Vybavení, nábytek, pokoji
  • επίπονος στα τσεχικά - příkrý, vytrvalý, obtížný, namáhavý, usilovný, nesnadný, přičinlivý, ...
  • επίρρημα στα τσεχικά - příslovce, adverb, adverbium, příslovci, příslovcem
  • επίσημα στα τσεχικά - oficiálně, úředně, oficiální, o oficiální, slavnostně
Τυχαίες λέξεις
Επίπτωση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyústit, odraz, vyplývat, účinek, plynout, výsledek, následek, odskok, odezva, význam, končit, ohlas, důsledek, ozvěna, výskyt, incidence, výskytu, incidenci