Podezřívat στα ελληνικά
Μετάφραση: podezřívat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- charakterizovat στα ελληνικά - χαρακτηριστικό, αφιέρωμα, προσδιορίζω, σουσούμι, χαρακτηρίζουν, χαρακτηρισμό, χαρακτηρίζει, ...
- dojit στα ελληνικά - αρμέγω, γάλα, γάλακτος, γαλακτοκομικών, το γάλα, του γάλακτος
- hezký στα ελληνικά - πρόστιμο, αίθριος, όμορφος, ψιλή, ευπαρουσίαστος, ωραίος, δίκαιος, ...
- neschvalování στα ελληνικά - αποδοκιμασία, αποσβέσεις, υποτίμηση, υποτίμησης, deprecation
Τυχαίες λέξεις
Podezřívat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων