Ponořovat στα ελληνικά

Μετάφραση: ponořovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταγώγιο, βουτώ, καταδύομαι, κατάδυση, βυθιζόμενο, εμβάπτισης, βύθισης
Ponořovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brzdit στα ελληνικά - φρένο, περιορίζω, κράσπεδο, παρακωλύω, φρενάρω, κωλυσιεργώ, τροχοπεδώ, ...
  • hyperbola στα ελληνικά - υπερβολή, υπερβολής, υπερβολή που, την υπερβολή
  • hábit στα ελληνικά - συνήθεια, φόρεμα, φουστάνι, έξη, συνήθειας, συνήθεια να, τη συνήθεια, ...
  • kadeř στα ελληνικά - συνδέω, κρίκος, μπούκλα, κατσαρώματος, κατσάρωμα, μπουκλών, curl
Τυχαίες λέξεις
Ponořovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταγώγιο, βουτώ, καταδύομαι, κατάδυση, βυθιζόμενο, εμβάπτισης, βύθισης