Potravinový στα ελληνικά

Μετάφραση: potravinový, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροφή, φαγητό, Τροφίμων, Τρόφιμα, των Τροφίμων, Φαγητό
Potravinový στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dok στα ελληνικά - προβλήτα, λάπαθο, αράζω, λεκάνη, αποβάθρα, προκυμαία, βάση σύνδεσης, ...
  • fotografovat στα ελληνικά - φωτογραφία, φωτογραφίζω, φωτογραφίας, φωτογραφίες, τη φωτογραφία, φωτογραφία που
  • hrách στα ελληνικά - μπιζέλι, μπιζελιού, αρακά, μπιζελιών, μπιζέλια
  • nevyhnutelně στα ελληνικά - αναπόφευκτα, αναγκαστικά, αναπόφευκτο
Τυχαίες λέξεις
Potravinový στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροφή, φαγητό, Τροφίμων, Τρόφιμα, των Τροφίμων, Φαγητό