Pravověrný στα ελληνικά
Μετάφραση: pravověrný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akcelerace στα ελληνικά - επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
- alternovat στα ελληνικά - εναλλάσσω, αναπληρωματικό, εναλλακτική, αναπληρωματικών, εναλλακτικό, αναπληρωματικού
- ciferník στα ελληνικά - πρόσωπο, καντράν, αντικρίζω, αντιμετωπίζω, κύρος, καλέσετε, dial, ...
- kauzalita στα ελληνικά - αιτιότητα, αιτιότητας, την αιτιώδη συνάφεια, της αιτιώδους συνάφειας, την αιτιότητα
Τυχαίες λέξεις
Pravověrný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης
Μεταφράσεις: ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης