Protiřečení στα ελληνικά
Μετάφραση: protiřečení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίφαση, αντιφάσεις, αντιφάσεων, αντιθέσεις, τις αντιφάσεις, αντιθέσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bdělost στα ελληνικά - ετοιμότητα, επαγρύπνηση, επαγρύπνιση, νήψη, νήψεως, της νήψεως, την νήψη
- bití στα ελληνικά - διασυρμός, χτύπημα, χαϊδεύω, εγκεφαλικό, παλλόμενος, ήττα, ξυλοδαρμό, ...
- jít στα ελληνικά - έρχομαι, περνώ, βηματίζω, τσαλαπατώ, πηγαίνω, φαγητό, κυκλοφορώ, ...
- občan στα ελληνικά - πολίτης, εθνικός, πολίτη, πολιτών, πολίτες, πολίτη της
Τυχαίες λέξεις
Protiřečení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίφαση, αντιφάσεις, αντιφάσεων, αντιθέσεις, τις αντιφάσεις, αντιθέσεων
Μεταφράσεις: αντίφαση, αντιφάσεις, αντιφάσεων, αντιθέσεις, τις αντιφάσεις, αντιθέσεων