Reformovat στα ελληνικά
Μετάφραση: reformovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, μεταρρύθμιση, μεταρρύθμισης, μεταρρυθμίσεων, τη μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίσεις
Μεταφράσεις
- chórista στα ελληνικά - χορωδός, ψάλτης, ψάλτη, chorister, ιεροψάλτης
- detektor στα ελληνικά - ανιχνευτής, ανιχνευτή, του ανιχνευτή, ανίχνευσης, ανιχνευτών
- feudální στα ελληνικά - υποτελής, φεουδαρχικός, φεουδαλικός, φεουδαρχική, φεουδαρχικό, φεουδαρχικής
- odchlíplý στα ελληνικά - μπόσικος, λάσκος, χαλαρός, λυτός, τραβώντας, τράβηγμα, αμυντικών, ...
Τυχαίες λέξεις
Reformovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, μεταρρύθμιση, μεταρρύθμισης, μεταρρυθμίσεων, τη μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίσεις
Μεταφράσεις: μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, μεταρρύθμιση, μεταρρύθμισης, μεταρρυθμίσεων, τη μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίσεις