Λέξη: αργόστροφος
Μεταφράσεις: αργόστροφος
αργόστροφος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slow-witted, sluggish, low speed
αργόστροφος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lento, inactivo, perezoso, lenta, débil
αργόστροφος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
träge, schleppend, schlepp, trägen, schleppenden
αργόστροφος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
obtus, léthargique, paresseux, lent, lente, atone
αργόστροφος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pigro, lento, lenta, stagnante, indolente
αργόστροφος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lento, vagaroso, preguiçoso, lenta, lentos
αργόστροφος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
traag, trage, zwakke, een trage, achterblijvende
αργόστροφος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тупоголовый, слабоумный, недогадливый, тупой, непонятливый, несмышленый, вялый, вялым, вяло, вялой, вялыми
αργόστροφος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
svak, treg, svake, trege, tregt
αργόστροφος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
trög, trögt, tröga, svag, långsam
αργόστροφος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hidas, hidasta, hitaasti, hitaan, verkkaisesti
αργόστροφος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
træg, træge, trægt, langsomme, langsom
αργόστροφος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nechápavý, lenivý, loudavý, netečný, pomalý, pomalé
αργόστροφος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tępy, powolny, ospały, niemrawy, opieszały, leniwy
αργόστροφος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lomha, lassú, lanyha, a lassú, nehézkesen mozgó
αργόστροφος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
halsiz, durgun, rakip takımdan, ağır, cansız
αργόστροφος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тупий, недоумкуватий, млявий, в'ялий, мляве, млява
αργόστροφος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i ngadaltë, ngadaltë, të ngadaltë, e ngadaltë, ngadalshme
αργόστροφος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
муден, бавен, мудно, слаб, в застой
αργόστροφος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
млявы, вялы
αργόστροφος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
loid, aeglane, pikatoimeline, aeglase, loiu
αργόστροφος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
trom, spor, lijen, troma, usporen
αργόστροφος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
silalegur, hægur, dræmur, hæg, lakari
αργόστροφος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vangus, lėtas, vangiai, lėtai, vangi
αργόστροφος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gauss, gausa, lēns, gausi, lēna
αργόστροφος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
слабите, инертниот, слаб, бавен, тешкиот
αργόστροφος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lent, lentă, lente, lenta, lentul
αργόστροφος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
počasen, počasno, počasna, počasni, počasi
αργόστροφος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nechápavý, lenivý, lenivy
Τυχαίες λέξεις