Sdružený στα ελληνικά

Μετάφραση: sdružený, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέταιρος, επιδεινώνω, σύνθετος, συσχετίζω, Associated, συνδεδεμένες, συνδεδεμένα, συνδεδεμένων, συνδεδεμένο
Sdružený στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atentát στα ελληνικά - δολοφονία, δολοφονίας, τη δολοφονία, δολοφονία του, δολοφονίες
  • aut στα ελληνικά - τράβηγμα, τραβώ, ενοικίου, ενοίκιο, Ενοικιάζεται, Ενοικίαση, Πάρκινγκ
  • excelovat στα ελληνικά - υπερακοντίζω, διαπρέπω, excel, το Excel, του Excel, σε excel, υπερέχετε
  • odbarvit στα ελληνικά - λευκαντικό, λευκαντικού, χλωρίνη, λεύκανσης, λευκαντικών
Τυχαίες λέξεις
Sdružený στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέταιρος, επιδεινώνω, σύνθετος, συσχετίζω, Associated, συνδεδεμένες, συνδεδεμένα, συνδεδεμένων, συνδεδεμένο