Sdružený στα ελληνικά
Μετάφραση: sdružený, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέταιρος, επιδεινώνω, σύνθετος, συσχετίζω, Associated, συνδεδεμένες, συνδεδεμένα, συνδεδεμένων, συνδεδεμένο
![Sdružený στα ελληνικά Sdružený στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-cz-gr-13580.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atentát στα ελληνικά - δολοφονία, δολοφονίας, τη δολοφονία, δολοφονία του, δολοφονίες
- aut στα ελληνικά - τράβηγμα, τραβώ, ενοικίου, ενοίκιο, Ενοικιάζεται, Ενοικίαση, Πάρκινγκ
- excelovat στα ελληνικά - υπερακοντίζω, διαπρέπω, excel, το Excel, του Excel, σε excel, υπερέχετε
- odbarvit στα ελληνικά - λευκαντικό, λευκαντικού, χλωρίνη, λεύκανσης, λευκαντικών
Τυχαίες λέξεις
Sdružený στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέταιρος, επιδεινώνω, σύνθετος, συσχετίζω, Associated, συνδεδεμένες, συνδεδεμένα, συνδεδεμένων, συνδεδεμένο
Μεταφράσεις: συνέταιρος, επιδεινώνω, σύνθετος, συσχετίζω, Associated, συνδεδεμένες, συνδεδεμένα, συνδεδεμένων, συνδεδεμένο