Sentimentální στα ελληνικά
Μετάφραση: sentimentální, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναισθηματικός, μεμψίμοιρος, συναισθηματική, συναισθηματικό, συναισθηματικές, συναισθηματικούς, συναισθηματικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dovednost στα ελληνικά - φιλοτεχνία, κολάι, ευκολία, ικανότητα, πονηρός, τέχνασμα, ευχέρεια, ...
- madlo στα ελληνικά - λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
- mužnost στα ελληνικά - ανδροπρέπεια, ανδρικότης, manliness, λεβεντιά, ανδρεία
- našít στα ελληνικά - ράβω, ραφή, ράψετε, ράψουν, ράψτε, ράψει
Τυχαίες λέξεις
Sentimentální στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναισθηματικός, μεμψίμοιρος, συναισθηματική, συναισθηματικό, συναισθηματικές, συναισθηματικούς, συναισθηματικής
Μεταφράσεις: συναισθηματικός, μεμψίμοιρος, συναισθηματική, συναισθηματικό, συναισθηματικές, συναισθηματικούς, συναισθηματικής