Sledující στα ελληνικά
Μετάφραση: sledující, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακολούθηση, ακολουθία, οπαδοί, Οι οπαδοί, Ακολουθούν, Σας ακολουθούν, τους οπαδούς
Μεταφράσεις
- bufet στα ελληνικά - σκευοθήκη, σερβάντα, μπαρ, κάγκελο, μπουφές, εμποδίζω, φράζω, ...
- kolínko στα ελληνικά - γόνατο, κόμβος, κόμβο, κόμβου, κόμβων, τον κόμβο
- kornet στα ελληνικά - κορνέτα, σάλπιγγας, Cornet, μικρού κώνου, μουσικό κέρας
- kvocient στα ελληνικά - πηλίκο, πηλίκον, λόγος, πηλίκου, το πηλίκο
Τυχαίες λέξεις
Sledující στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακολούθηση, ακολουθία, οπαδοί, Οι οπαδοί, Ακολουθούν, Σας ακολουθούν, τους οπαδούς
Μεταφράσεις: παρακολούθηση, ακολουθία, οπαδοί, Οι οπαδοί, Ακολουθούν, Σας ακολουθούν, τους οπαδούς