Spolčování στα ελληνικά
Μετάφραση: spolčování, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδυασμός, ασφάλισης, υπαγωγή, υπαγωγής, την υπαγωγή, η υπαγωγή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deminutivní στα ελληνικά - υποκοριστικός, υποκοριστικό, υποκοριστικού, το μικρό, σύντμηση, μικροσκοπικό
- kapitalizovat στα ελληνικά - κεφαλαιοποιώ, κεφαλαιοποιήσει, κεφαλαιοποιήσουν, κεφαλαιοποιεί, επωφεληθούμε, αξιοποιήσει
- kování στα ελληνικά - πανοπλία, παραχάραξη, πρόσφορος, σφυρήλατος, Πλαστά, σφυρήλατα, σφυρήλατοι, ...
- nemastný στα ελληνικά - άνοστος, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα
Τυχαίες λέξεις
Spolčování στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδυασμός, ασφάλισης, υπαγωγή, υπαγωγής, την υπαγωγή, η υπαγωγή
Μεταφράσεις: συνδυασμός, ασφάλισης, υπαγωγή, υπαγωγής, την υπαγωγή, η υπαγωγή