Stoupnutí στα ελληνικά

Μετάφραση: stoupnutí, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σηκώνω, υψώνω, ασανσέρ, μια αύξηση, αύξηση, η αύξηση, άνοδος, άνοδο
Stoupnutí στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • donucování στα ελληνικά - εξαναγκασμός, εξαναγκασμού, καταναγκασμού, εξαναγκασμό, καταναγκασμό
  • kal στα ελληνικά - κυλώ, μουρνταριά, κοπριά, πρόσχωμα, κατακάθι, ιλύς, λάσπη, ...
  • lžíce στα ελληνικά - σέσουλα, κουτάλι, κουταλιού, το κουτάλι, μετακινήστε με το κουτάλι, ένα κουτάλι
  • obrazec στα ελληνικά - πρόσωπο, αριθμός, πρότυπο, μοτίβο, σχέδιο, σχήμα, προτύπου
Τυχαίες λέξεις
Stoupnutí στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σηκώνω, υψώνω, ασανσέρ, μια αύξηση, αύξηση, η αύξηση, άνοδος, άνοδο