Tér στα ελληνικά
Μετάφραση: tér, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ναύτης, κατράμι, πίσσα, tér του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hrbáč στα ελληνικά - καμπούρα, καμπούρης, καμπούρη, hunchback, Κουασιμόδου
- konzulární στα ελληνικά - προξενικός, προξενική, προξενικές, προξενικής, προξενικών
- libovolný στα ελληνικά - αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο
- marně στα ελληνικά - μάταια, μάταιες, μάταιη, ματαίως, εις μάτην
Τυχαίες λέξεις
Tér στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ναύτης, κατράμι, πίσσα, tér του
Μεταφράσεις: ναύτης, κατράμι, πίσσα, tér του