Třpytit στα ελληνικά

Μετάφραση: třpytit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ματιά, λαμπυρίζω, αστράφτω, σπιθίζω, λάμψη, απαστράπτω, λαμποκοπώ, μαρμαρυγή, αναλαμπή, αγριοκοιτάζω, γυαλίζω, λάμπω, φεγγίζω, glitter, γκλίτερ, ακτινοβολεί, χρυσόσκονη
Třpytit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dezorientovat στα ελληνικά - αποπροσανατολίζω, αποπρο- σανατολίζουν, αποπροσανατολίζουν, αποπροσανατολίσουν, αποπροσανατολίσει
  • mimovolný στα ελληνικά - ακούσιος, αναίσθητος, αντανάκλαση, αντανακλαστικό, αντανακλαστικού, reflex, αντανακλαστική
  • nadzemní στα ελληνικά - κεραία, υπέργεια, υπέργειους, υπέργειες, υπέργειο, υπέργειων
Τυχαίες λέξεις
Třpytit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ματιά, λαμπυρίζω, αστράφτω, σπιθίζω, λάμψη, απαστράπτω, λαμποκοπώ, μαρμαρυγή, αναλαμπή, αγριοκοιτάζω, γυαλίζω, λάμπω, φεγγίζω, glitter, γκλίτερ, ακτινοβολεί, χρυσόσκονη