Tvarování στα ελληνικά
Μετάφραση: tvarování, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλάσιμο, διαμόρφωση, τη διαμόρφωση, διαμόρφωση της, μορφοποίηση, διαμόρφωση των
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- epigram στα ελληνικά - επίγραμμα, επιγράμματος, επίγραμμα που
- kompilace στα ελληνικά - συλλογή, σύνταξη, Συλλογές, κατάρτισης, Κατάρτιση
- koření στα ελληνικά - καρυκεύω, μπαχαρικό, ζήλος, άρτυμα, καρύκευμα, μπαχαρικά, μπαχαρικών, ...
- lékařství στα ελληνικά - ιατρική, φάρμακο, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
Τυχαίες λέξεις
Tvarování στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλάσιμο, διαμόρφωση, τη διαμόρφωση, διαμόρφωση της, μορφοποίηση, διαμόρφωση των
Μεταφράσεις: πλάσιμο, διαμόρφωση, τη διαμόρφωση, διαμόρφωση της, μορφοποίηση, διαμόρφωση των