Uštknutí στα ελληνικά

Μετάφραση: uštknutí, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεντρίζω, τσιμπώ, δάγκωμα, τσίμπημα, κεντρί, δαγκώνω, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Uštknutí στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • etiketování στα ελληνικά - επισήμανση, σήμανση, την επισήμανση, επισήμανσης, σήμανσης
  • klávesnice στα ελληνικά - πληκτρολόγιο, πληκτρολογίου, του πληκτρολογίου, το πληκτρολόγιο, πληκτρολόγιό
  • mohutný στα ελληνικά - παράφορος, ισχυρός, βίαιος, κραταιός, δυνατός, ογκώδης, μαζική, ...
  • neodpovědnost στα ελληνικά - ανευθυνότητα, ανευθυνότητας, η ανευθυνότητα, την ανευθυνότητα, ανευθυνότητά
Τυχαίες λέξεις
Uštknutí στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεντρίζω, τσιμπώ, δάγκωμα, τσίμπημα, κεντρί, δαγκώνω, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει