Usazení στα ελληνικά
Μετάφραση: usazení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιβάλλον, οικισμός, διακανονισμός, επίλυση, διακανονισμού, οικισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- busta στα ελληνικά - προτομή, αποτυχία, στήθος, προτομής, μπούστο
- lignit στα ελληνικά - λιγνίτης, λιγνίτη, του λιγνίτη, το λιγνίτη, ο λιγνίτης
- modlitebna στα ελληνικά - εξωκλήσι, παρεκκλήσι, εκκλησάκι, ξωκλήσι, παρεκκλήσιο, παρεκκλησίου
- neaktivní στα ελληνικά - αδρανής, ανενεργό, ανενεργή, ανενεργά, ανενεργός
Τυχαίες λέξεις
Usazení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιβάλλον, οικισμός, διακανονισμός, επίλυση, διακανονισμού, οικισμό
Μεταφράσεις: περιβάλλον, οικισμός, διακανονισμός, επίλυση, διακανονισμού, οικισμό