Uspořit στα ελληνικά
Μετάφραση: uspořit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περισσεύω, χαρίζω, εκτός, αποταμιεύω, αποκρούω, διασώζω, περισσευούμενος, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- geneze στα ελληνικά - γένεση, Genesis, Γένεσης, Γένεσις, τη γένεση
- kotník στα ελληνικά - αστράγαλος, αστράγαλο, αστραγάλου, αστραγάλων, στον αστράγαλο
- ležet στα ελληνικά - κείμαι, ψεύδομαι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, το ψέμα
- nesouzvuk στα ελληνικά - ασυμφωνία, χασμωδία, διχόνοια, παραφωνία, ασυμφωνίας, δυσαρμονία, dissonance
Τυχαίες λέξεις
Uspořit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περισσεύω, χαρίζω, εκτός, αποταμιεύω, αποκρούω, διασώζω, περισσευούμενος, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις: περισσεύω, χαρίζω, εκτός, αποταμιεύω, αποκρούω, διασώζω, περισσευούμενος, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε