Ustrnutí στα ελληνικά

Μετάφραση: ustrnutí, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποχαύνωση, αποβλάκωση, στασιμότητα, στασιμότητας, της στασιμότητας, στασιμότητά, στασιμότητα που
Ustrnutí στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • frigidita στα ελληνικά - ψυχρώτης, ψυχρώτητα, ψύξη, frigidity, της ψυχρότητας
  • hlasovat στα ελληνικά - ψήφος, ψηφίζω, ψηφοφορία, ψηφοφορίας, ψήφο, ψήφου
  • jezdectví στα ελληνικά - ιππασία, ιππευτική τέχνη, ιππασίας, horsemanship, ιππευτικής
  • kujný στα ελληνικά - ελαστικός, ήμερος, ευάγωγος, tractable, τιθασεύσει, προσιτό
Τυχαίες λέξεις
Ustrnutí στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποχαύνωση, αποβλάκωση, στασιμότητα, στασιμότητας, της στασιμότητας, στασιμότητά, στασιμότητα που