Vařit στα ελληνικά
Μετάφραση: vařit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζεματίζω, βράσιμο, ποτό, βράζω, μαγειρεύω, μάγειρας, Cook, Κουκ, μάγειρα, μαγείρισσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fetiš στα ελληνικά - φετίχ, fetish, το φετίχ, φετίχ τα
- gravitace στα ελληνικά - βαρύτητα, σοβαρότητα, βαρύτητας, βάρους, σοβαρότητας
- lóže στα ελληνικά - σφηνώνω, κουτί, κάσα, καταλύω, πυγμαχώ, οίκημα, κατάλυμα, ...
- obvinění στα ελληνικά - φροντίδα, κατηγορία, κατηγορίας, καταγγελία, αιτίαση, την κατηγορία
Τυχαίες λέξεις
Vařit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζεματίζω, βράσιμο, ποτό, βράζω, μαγειρεύω, μάγειρας, Cook, Κουκ, μάγειρα, μαγείρισσα
Μεταφράσεις: ζεματίζω, βράσιμο, ποτό, βράζω, μαγειρεύω, μάγειρας, Cook, Κουκ, μάγειρα, μαγείρισσα