Vaginální στα ελληνικά

Μετάφραση: vaginální, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολπικός, κολπική, κολπικό, κολπικής, κολπικού
Vaginální στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dezertér στα ελληνικά - αποστάτης, αποσκίρτηση, λιποτάκτης, αποστάτη, αυτομολήσει
  • improvizátor στα ελληνικά - improvisator
  • kapitulace στα ελληνικά - παραδίδω, παράδοση, παράδοσης, εξαγοράς, παραίτηση, παράδοσή
  • končetina στα ελληνικά - άκρο, μέλος, κλαδί, στέλεχος, σκέλος, σκέλους, άκρων
Τυχαίες λέξεις
Vaginální στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολπικός, κολπική, κολπικό, κολπικής, κολπικού