Ακαθαρσία στα αγγλικά
Μετάφραση: ακαθαρσία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
impurity, dirt, filth, soil, an impurity
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ακαθαρσία
dirt
- βρωμιά
- χώμα
- σκόνη
- ακαθαρσία
- βρώμα
- ρύπος
- έδαφος
- χώμα
- ακαθαρσία
- λέρα
- βρώμα
- ακαθαρσία
- ρύπος
- λέρα
- βωμολοχία
- χυδαιολογία
- κόπρος
- ακαθαρσία
- ακαθαρσία
- ελεεινότητα
- φθειρίαση
- ακαθαρσία
- ελεεινότης
- ακαθαρσία
- ακαθαρσία
Σχετικές λέξεις: ακαθαρσία
ακαθαρσία λεξικό γλώσσας αγγλικά, ακαθαρσία στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ακαδημαϊκός στα αγγλικά - academic, academician, scholar, an academic, academia
- ακαθάριστος στα αγγλικά - gross, crude
- ακαθόριστος στα αγγλικά - vague, unsettled, nondescript, noncommittal, amorphous
- ακαμψία στα αγγλικά - inflexibility, stiffness, rigidity, rigor, rigidity of
Τυχαίες λέξεις
Ακαθαρσία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: impurity, dirt, filth, soil, an impurity
Μεταφράσεις: impurity, dirt, filth, soil, an impurity