Vana στα ελληνικά

Μετάφραση: vana, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπάνιο, λουτρό, μπανιέρα, σαπιοκάραβο, δοχείο, μπανιέρα με
Vana στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bohužel στα ελληνικά - δυστυχώς, Ατυχώς
  • hlazení στα ελληνικά - θωπεύω, χάδια, θώπευση
  • nominace στα ελληνικά - χρίσμα, υποψηφιότητα, υποψηφιότητες, υποψηφιοτήτων, υποψηφιότητες που, διορισμούς, διορισμοί
  • oktáva στα ελληνικά - οκτάβα, οκτάβας, της οκτάβας, οκτάβες
Τυχαίες λέξεις
Vana στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπάνιο, λουτρό, μπανιέρα, σαπιοκάραβο, δοχείο, μπανιέρα με