Vstříknutí στα ελληνικά
Μετάφραση: vstříknutí, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- churavost στα ελληνικά - ασθένεια, αρρώστια, πάθηση, την ασθένεια, πάθηση του, ασθένεια που
- mše στα ελληνικά - μαζικός, μάζα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης
- netečný στα ελληνικά - ουδέτερος, αδρανής, δυσκίνητος, άτονος, νεκρό, χλιαρός, νωχελής, ...
- ochraptělost στα ελληνικά - βραχνάδα, βράγχος φωνής, βράγχος, τη βραχνάδα, βραχνάδας
Τυχαίες λέξεις
Vstříknutí στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Μεταφράσεις: ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης