Vybavení στα ελληνικά

Μετάφραση: vybavení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίπλωση, εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
Vybavení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cejch στα ελληνικά - βούλα, σφραγίδα, μάρκα, γραμματόσημο, χαρτόσημα, φώκια, στιγματίζω, ...
  • humánnost στα ελληνικά - ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα
  • kolísavý στα ελληνικά - διστακτικός, ανερμάτιστος, ασταθής, μεταβλητός, διακυμάνσεις, κυμαινόμενες, κυμαινόμενης, ...
  • marnotratný στα ελληνικά - σπάταλος, πολυτελής, πολυδάπανος, επιδαψιλεύω, απλοχέρης, σπάταλη, σπατάλη, ...
Τυχαίες λέξεις
Vybavení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίπλωση, εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού