Vycházet στα ελληνικά

Μετάφραση: vycházet, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγείρομαι, φαίνομαι, αυξάνομαι, αύξηση, διαφαίνομαι, ορθώνομαι, ανατέλλω, απορρέω, εμφανίζομαι, προκύπτω, βγαίνουν, βγει, να βγει, βγει από, βγεί
Vycházet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kakao στα ελληνικά - κακό, κακάο, κακάου, του κακάο, το κακάο
  • kauce στα ελληνικά - προσχώνω, ίζημα, εχέγγυο, επαναθέτω, αντίκρισμα, εγγύηση, εγγυώμαι, ...
  • morálnost στα ελληνικά - επιμύθιο, ηθικός, ηθική, ηθικής, χρηστά ήθη, την ηθική, τα χρηστά ήθη
Τυχαίες λέξεις
Vycházet στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγείρομαι, φαίνομαι, αυξάνομαι, αύξηση, διαφαίνομαι, ορθώνομαι, ανατέλλω, απορρέω, εμφανίζομαι, προκύπτω, βγαίνουν, βγει, να βγει, βγει από, βγεί