Απορρέω στα τσεχικά
Μετάφραση: απορρέω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vylučovat, pocházet, vyzařovat, vycházet, aporreo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απορρέω
απορρέω λεξικό, αποφέρω ορισμός, απορρέω μετάφραση, αποφέρω συνώνυμα, απορρέω συνώνυμο, απορρέω λεξικό γλώσσας τσεχικά, απορρέω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αποποιούμαι στα τσεχικά - rezignovat, popřít, zapřít, odmítnout, odstoupit, abdikovat, popírat, ...
- αποπομπή στα τσεχικά - odmítnutí, propuštění, vyhoštění, vyloučení, vyhnání, expulsion, vypuzení
- απορρίμματα στα τσεχικά - nosítka, znečistit, odpadky, smetí, trash, koše, odpad
- απορρίπτω στα τσεχικά - odvrhnout, odmítat, popírat, popřít, vyhodit, zrušit, odhodit, ...
Τυχαίες λέξεις
Απορρέω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vylučovat, pocházet, vyzařovat, vycházet, aporreo
Μεταφράσεις: vylučovat, pocházet, vyzařovat, vycházet, aporreo