Vylepšení στα ελληνικά
Μετάφραση: vylepšení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βελτίωση, βελτιώσεις, βελτιώσεων, βελτίωσης, βελτιώσεις που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- křeslo στα ελληνικά - έδρα, κάθισμα, καρέκλα, καθίζω, πολυθρόνα, καθίσματα, πολυθρόνας, ...
- míhání στα ελληνικά - λαμπυρίζω, τρεμοφέγγω, μαρμαρυγή, είδος σκολοπάκος, τρεμόπαιγμα, τρεμοπαίγματος, τρεμούλιασμα, ...
- nejapný στα ελληνικά - αδαής, ανίκανος, αδέξιος, άκομψος, Gauche, Αριστεράς
- nízkost στα ελληνικά - προστυχιά, ευτέλεια, χυδαιότητα, baseness, απανθρωπισμού, ποταπότητας
Τυχαίες λέξεις
Vylepšení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βελτίωση, βελτιώσεις, βελτιώσεων, βελτίωσης, βελτιώσεις που
Μεταφράσεις: βελτίωση, βελτιώσεις, βελτιώσεων, βελτίωσης, βελτιώσεις που