Vystupňovat στα ελληνικά

Μετάφραση: vystupňovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βελτιώνω, αυξάνω, αύξηση, κλιμακώνομαι, κλιμακωθεί, κλιμακωθούν, κλιμακώνουν, κλιμακώνονται, κλιμακώνεται
Vystupňovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hlína στα ελληνικά - άργιλος, χώμα, γη, πηλός, πηλό, αργίλου, άργιλο
  • kachlička στα ελληνικά - κεραμίδι, πλακάκι, πλακιδίων, κεραμιδιών, πλακίδιο
  • kouzelnictví στα ελληνικά - μαγεία, μαγείας, τη μαγεία, μαγγανεία, τα μάγια
  • nakladatel στα ελληνικά - εκδότης, εκδότη, εκδοτών, τον εκδότη, του εκδότη
Τυχαίες λέξεις
Vystupňovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βελτιώνω, αυξάνω, αύξηση, κλιμακώνομαι, κλιμακωθεί, κλιμακωθούν, κλιμακώνουν, κλιμακώνονται, κλιμακώνεται