Vzplanutí στα ελληνικά
Μετάφραση: vzplanutí, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξέσπασμα, καπνός, έκρηξη, καυσαέριο, εκδήλωση, ανάφλεξη, ξεσπώ, πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, το ξέσπασμα, ξεσπάσματος, ξέσπασμά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cirkulace στα ελληνικά - κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
- dospívající στα ελληνικά - εφηβικός, νεανικός, έφηβος, ανώριμος, εφηβική, εφηβικό, εφηβικά, ...
- kriminální στα ελληνικά - εγκληματικός, εγκληματίας, ποινικές, ποινικής, ποινικών, ποινική
- neinteligentní στα ελληνικά - κουτός, unintelligent, ανόητοι, μη ευφυή
Τυχαίες λέξεις
Vzplanutí στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξέσπασμα, καπνός, έκρηξη, καυσαέριο, εκδήλωση, ανάφλεξη, ξεσπώ, πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, το ξέσπασμα, ξεσπάσματος, ξέσπασμά
Μεταφράσεις: ξέσπασμα, καπνός, έκρηξη, καυσαέριο, εκδήλωση, ανάφλεξη, ξεσπώ, πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, το ξέσπασμα, ξεσπάσματος, ξέσπασμά