Zastoupit στα ελληνικά

Μετάφραση: zastoupit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρώνω, αναπληρωματικός, αντιπροσωπεύω, υποκαθιστώ, παροχή, προμήθεια, χορήγηση, παρέχω, υποκατάστατο, υποκατάστατα, υποκατάστατων, υποκατάστατου, υποκαθιστά
Zastoupit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dědičný στα ελληνικά - κληρονομικός, πατρογονικός, προγονικός, κληρονομική, κληρονομικά, κληρονομικές, κληρονομικής
  • finančník στα ελληνικά - χρηματοδότης, χρηματοδότη, χρηματιστής, οικονομολόγος, ταμειακές
  • malina στα ελληνικά - βατόμουρο, σμέουρο, σμέουρων, βατόμουρου, σμέουρου
  • okysličovat στα ελληνικά - αερίζω, οξειδώνω, οξειδώνουν, την οξείδωση, οξειδώσει, οξειδώνει
Τυχαίες λέξεις
Zastoupit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρώνω, αναπληρωματικός, αντιπροσωπεύω, υποκαθιστώ, παροχή, προμήθεια, χορήγηση, παρέχω, υποκατάστατο, υποκατάστατα, υποκατάστατων, υποκατάστατου, υποκαθιστά