Zmírňovat στα ελληνικά
Μετάφραση: zmírňovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετριοπαθής, λασκάρω, αραιώνω, προκρίνομαι, μολάρω, περιορίζω, ελαττώνω, μειώνω, μετριάζω, μέτριος, μετριασμό, άμβλυνση, μετριάσουν, μετριάσει, αμβλύνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blahovůle στα ελληνικά - ευνοώ, φιλανθρωπία, ρουσφέτι, καλοσύνη, χάρη, στη γενναιοδωρία, καλοκαγαθία, ...
- nedostatečně στα ελληνικά - υπό, κάτω από, πλαίσιο, βάσει, στο πλαίσιο
- nelogický στα ελληνικά - παράλογος, παράλογο, παράλογη, λογικό, παράλογες
- ospravedlňovat στα ελληνικά - δικαιώνω, δικαιολογώ, δικαιολογούν, δικαιολογήσει, δικαιολογεί, να δικαιολογήσει, δικαιολογήσουν
Τυχαίες λέξεις
Zmírňovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετριοπαθής, λασκάρω, αραιώνω, προκρίνομαι, μολάρω, περιορίζω, ελαττώνω, μειώνω, μετριάζω, μέτριος, μετριασμό, άμβλυνση, μετριάσουν, μετριάσει, αμβλύνουν
Μεταφράσεις: μετριοπαθής, λασκάρω, αραιώνω, προκρίνομαι, μολάρω, περιορίζω, ελαττώνω, μειώνω, μετριάζω, μέτριος, μετριασμό, άμβλυνση, μετριάσουν, μετριάσει, αμβλύνουν