Älytön στα ελληνικά
Μετάφραση: älytön, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουτός, περίγελος, γαϊδουρινός, θυμωμένος, μανιακός, λωλός, τρελός, γελοίος, παράλογος, κουζουλός, χαζός, ανόητος, ηλίθιος, μωρός, ανόητο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- heinäsuova στα ελληνικά - θημωνιά, άχυρα, θυμωνιά χόρτου, σωρό άχυρα
- leivonen στα ελληνικά - κορυδαλλός, διασκεδάζω, σιταρήθρα, Skylark, η σιταρήθρα
- piilotella στα ελληνικά - εκκρίνω, καταφύγιο, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
- pyssynpiippu στα ελληνικά - βαρέλι, υπό την απειλή όπλου, με την απειλή όπλου, την απειλή όπλου, απειλή όπλου, gunpoint
Τυχαίες λέξεις
Älytön στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουτός, περίγελος, γαϊδουρινός, θυμωμένος, μανιακός, λωλός, τρελός, γελοίος, παράλογος, κουζουλός, χαζός, ανόητος, ηλίθιος, μωρός, ανόητο
Μεταφράσεις: κουτός, περίγελος, γαϊδουρινός, θυμωμένος, μανιακός, λωλός, τρελός, γελοίος, παράλογος, κουζουλός, χαζός, ανόητος, ηλίθιος, μωρός, ανόητο