Aatteellinen στα ελληνικά

Μετάφραση: aatteellinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολιτικός, ιδεαλιστικός, μη, δεν, που δεν, χωρίς, εκτός
Aatteellinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aateluus στα ελληνικά - αριστοκρατία, αρχοντιά, ευγένεια, ευγενείς, ευγενών
  • aatos στα ελληνικά - ιδέα, σκέψη, νόμιζα, σκεφτόμουν, θεωρούν, πιστεύεται, σκεφτεί, ...
  • aatto στα ελληνικά - παραμονή, Εύα, παραμονές, Eve, την Εύα
  • aava στα ελληνικά - ανοίγω, εγκαινιάζω, απέραντος, ευρύχωρος, ευρύς, ανοικτός, φαρδύς, ...
Τυχαίες λέξεις
Aatteellinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολιτικός, ιδεαλιστικός, μη, δεν, που δεν, χωρίς, εκτός