Aikaisempi στα ελληνικά

Μετάφραση: aikaisempi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρικος, προηγούμενος, πρώην, γέρος, παλαιός, πρόσθιος, προηγούμενη, προηγούμενο, προηγούμενες, προηγούμενα
Aikaisempi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aikainen στα ελληνικά - νωρίς, πρόωρος, σύγχρονος, προηγούμενος, πρώιμος, αρχές του, πρόωρη, ...
  • aikaisemmin στα ελληνικά - προηγούμενα, άλλοτε, προηγουμένως, παρελθόν, στο παρελθόν, ήδη
  • aikaisin στα ελληνικά - σύντομα, πρώιμος, νωρίς, σύντομος, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, ...
  • aikakausi στα ελληνικά - διάστημα, εποχή, καιρός, περίοδος, ηλικία, χρόνος, φορά, ...
Τυχαίες λέξεις
Aikaisempi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρικος, προηγούμενος, πρώην, γέρος, παλαιός, πρόσθιος, προηγούμενη, προηγούμενο, προηγούμενες, προηγούμενα