Aineellistuminen στα ελληνικά

Μετάφραση: aineellistuminen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδήλωση, υλοποίηση, υλοποίησης, επέλευση, επελεύσεως, επέλευσης
Aineellistuminen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aine στα ελληνικά - νοιάζομαι, γραφή, έκθεση, ουσία, δοκίμια, υπόθεση, δοκίμιο, ...
  • aineellinen στα ελληνικά - απτός, ύλη, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
  • aineen στα ελληνικά - φυσικός, σωματικός, ουσία, ουσίας, ουσιών, ουσία που, ουσίες
  • aineenvaihdunta στα ελληνικά - μεταβολισμός, μεταβολισμό, το μεταβολισμό, του μεταβολισμού, τον μεταβολισμό
Τυχαίες λέξεις
Aineellistuminen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδήλωση, υλοποίηση, υλοποίησης, επέλευση, επελεύσεως, επέλευσης