Alamäki στα ελληνικά
Μετάφραση: alamäki, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέφτω, ξεπεσμός, πτώση, καταγωγή, μαρασμός, εκπίπτω, κλίνω, κατηφορικός, κατηφόρα, κατάβαση, κατάβασης, κατωφέρεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alamaailma στα ελληνικά - υπόγειος, υπόκοσμος, υπόκοσμο, κάτω κόσμο, υποκόσμου, κάτω κόσμου
- alamainen στα ελληνικά - ταπεινός, θέμα, υποκείμενο, υπόκεινται, αντικείμενο, υπόκειται
- alanko στα ελληνικά - πεδινός, πεδινές, πεδινή, τις πεδινές, πεδινών
- alaosa στα ελληνικά - πόδι, κάτω μέρος, πυθμένας, κάτω, πυθμένα, βάση
Τυχαίες λέξεις
Alamäki στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέφτω, ξεπεσμός, πτώση, καταγωγή, μαρασμός, εκπίπτω, κλίνω, κατηφορικός, κατηφόρα, κατάβαση, κατάβασης, κατωφέρεια
Μεταφράσεις: πέφτω, ξεπεσμός, πτώση, καταγωγή, μαρασμός, εκπίπτω, κλίνω, κατηφορικός, κατηφόρα, κατάβαση, κατάβασης, κατωφέρεια