Ansio στα ελληνικά
Μετάφραση: ansio, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έσοδο, μισθός, πλεονέκτημα, κέρδος, εισόδημα, αποδοχές, αξία, προτέρημα, ωφέλεια, επίτευξη, πίστωση, απολαβή, δίχτυ, απολαβές, αξίας, προσόντα, προσόντων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ansakuoppa στα ελληνικά - λάκκο, pit, τάφρο, κοίλωμα, λάκκος
- ansari στα ελληνικά - φυτώριο, Ansari, Ανσαρί, Ανσάρι
- ansiomerkki στα ελληνικά - κονκάρδα, μετάλλιο, μεταλλίου, μεταλλίων, μετάλλια, το μετάλλιο
- antaa στα ελληνικά - χάρισμα, παραδίνω, ρίχνω, δανείζω, παρέχω, πετώ, κατακυρώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Ansio στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έσοδο, μισθός, πλεονέκτημα, κέρδος, εισόδημα, αποδοχές, αξία, προτέρημα, ωφέλεια, επίτευξη, πίστωση, απολαβή, δίχτυ, απολαβές, αξίας, προσόντα, προσόντων
Μεταφράσεις: έσοδο, μισθός, πλεονέκτημα, κέρδος, εισόδημα, αποδοχές, αξία, προτέρημα, ωφέλεια, επίτευξη, πίστωση, απολαβή, δίχτυ, απολαβές, αξίας, προσόντα, προσόντων