Asteriski στα ελληνικά
Μετάφραση: asteriski, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστερίσκος, αστερίσκο, τον αστερίσκο, αστερίσκου, αστεράκι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asteittainen kehitys στα ελληνικά - εξέλιξη, ανάπτυξη, Η σταδιακή, Η βαθμιαία, τη σταδιακή, Η προοδευτική, στη σταδιακή
- astella στα ελληνικά - ρυθμός, μάρτιος, σουλατσάρω, βηματίζω, βαδίζω, δρασκελίζω, βήμα, ...
- asti στα ελληνικά - ώσπου, ταμείο, μέχρι, έως, έως ότου, μέχρι να, μέχρις ότου
- astia στα ελληνικά - βαζάκι, σκεύος, βαρέλι, λεκάνη, σκάφος, πλοίο, αγγείο, ...
Τυχαίες λέξεις
Asteriski στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστερίσκος, αστερίσκο, τον αστερίσκο, αστερίσκου, αστεράκι
Μεταφράσεις: αστερίσκος, αστερίσκο, τον αστερίσκο, αστερίσκου, αστεράκι